Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2015

Μικρές σταγόνες στον ωκεανό, πολύτιμες ρωγμές στο σκοτάδι



(κείμενο απολογισμού για τις 3 παρεμβάσεις ενάντια στις ρατσιστικές πολιτικές του ελληνικού κράτους και των ευρωπαίων συνεταίρων του που πραγματοποιήσαμε πρόσφατα στον Βύρωνα)


Από τις 30 Οκτώβρη ως τις 6 Νοέμβρη, οργανώσαμε στον Βύρωνα 3 παρεμβάσεις αντιπληροφόρησης για τον πόλεμο κατά των μεταναστών που εξακολουθεί να μαίνεται στα σύνορα της Ελλάδας και των υπόλοιπων ευρωπαϊκών κρατών. Είχαμε από την αρχή επίγνωση ότι μια εκδήλωση-συζήτηση, μια προβολή και μια πορεία στις γειτονιές μας δεν είναι παρά μικρές σταγόνες στον ωκεανό των δράσεων που θα απαιτούνταν ώστε να σταματήσουν οι μηχανές καταπίεσης και θανάτου που δουλεύουν ακατάπαυστα στο Αιγαίο ή στην Ειδομένη. Νομίζουμε, παρ’ όλα αυτά, ότι συμβάλαμε ώστε να αναδειχθεί, τουλάχιστον στο τοπικό επίπεδο όπου παρεμβαίνουμε, το πρόβλημα στις πραγματικές του διαστάσεις: ως πτυχή ενός ταξικού πολέμου εναντίον όλων μας.


Η συζήτηση που οργανώσαμε στις 30 Οκτώβρη ήταν από αυτήν την άποψη σημαντική, όχι μόνο γιατί είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε με συντρόφισσες και συντρόφους που εμπλέκονται εδώ και καιρό άμεσα σε δράσεις έμπρακτης στήριξης στους πρόσφυγες και τους μετανάστες, αλλά και γιατί μπορέσαμε να αγγίξουμε μια σειρά από ζητήματα τα οποία συνήθως απουσιάζουν από τον δημόσιο λόγο: το ελληνικό κράτος ως πρωταγωνιστή, και όχι ως κομπάρσο όπως έχουμε συνηθίσει να το φανταζόμαστε, στο καθεστώς βαρβαρότητας που τείνει πια να εδραιωθεί στην Ευρώπη· τους τρόπους μέσα από τους οποίους τροφοδοτείται ο ελληνικός φασισμός από την αντιμεταναστευτική υστερία καθώς και από την κρατική στρατηγική παρανομοποίησης και υποτίμησης της εργασίας· το ζήτημα της παραγωγής πλεονάζοντος πληθυσμού στις σημερινές συνθήκες· το βάθος της επιχειρούμενης απαξίωσης των ζωών μας· τις διαφορές που μας χωρίζουν (σε πρόσφυγες και μετανάστες, σε χωρίς χαρτιά και με χαρτιά, σε έλληνες και μη-έλληνες, σε «δυτικούς» και «ισλαμιστές», σε «αναλώσιμους» και «αξιοποιήσιμους»)· το νόημα σήμερα της αλληλεγγύης· τις δυνατότητες, τέλος, να δράσουμε αποτελεσματικά, και τι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να σημαίνει, μέσα σε αυτό το πυκνό σκοτάδι.

Εξίσου χρήσιμη ήταν και η προβολή της ταινίας «Η υπόσχεση» των Ζαν-Πιερ και Λυκ Νταρντέν, στις 4 Νοέμβρη, αφού μας παρείχε μια εξαιρετικά διεισδυτική εικόνα των σημερινών εσωτερικών ανταγωνισμών μέσα στο ίδιο το προλεταριάτο. Οι «δουλέμποροι» ζουν κι αυτοί στην ίδια άθλια πραγματικότητα με εμάς, και η κανονικότητα, η ομαλή και αποδοτική λειτουργία των κοινωνιών μας, διασφαλίζεται ακριβώς από την ικανότητα όσων είναι λιγότερα σκαλιά πιο κάτω να πατάνε και να εκμεταλλεύονται εκείνους που είναι περισσότερα σκαλιά πιο κάτω.
 

Η συγκέντρωση-πορεία στον Βύρωνα και το Παγκράτι που πραγματοποιήσαμε στις 6 Νοέμβρη ήταν, κρινόμενη ως μια τοπική παρέμβαση, πετυχημένη. Πορευτήκαμε μαζί με 100 περίπου συντρόφισσες και συντρόφους, μοιραστήκαμε μαχητικά τις ίδιες αρνήσεις, εκφράσαμε την κοινή μας διάθεση να μην αφήσουμε τα ταξικά μας αδέλφια να πεθαίνουν αδιάφορα στα σύνορα κατά δεκάδες καθημερινά, να μην αφήσουμε, επίσης, τις γειτονιές μας να γίνουν πεδία βολής για τους φασίστες, αλλά και να μην αφήσουμε το ελληνικό κράτος να συνεχίσει ανενόχλητο να οργανώνει, μέσα από τις κυβερνήσεις που το εκπροσωπούν (σήμερα: την κυβέρνηση Σύριζα-ΑΝΕΛ), την απαξίωση των ζωών μας.

Κατά την προετοιμασία, όμως, της πορείας προέκυψε μια πολιτική διαφωνία, στην οποία δε θα ήταν σκόπιμο να αποφύγουμε να αναφερθούμε. Συζητώντας με τις υπόλοιπες συλλογικότητες που είχαν αποφασίσει να συμμετέχουν στην πορεία, επιλέξαμε να χαράξουμε μια διαχωριστική γραμμή, δηλώνοντας ότι δεν επιθυμούμε να συμπορευτούμε με εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις που έπαιξαν ή παίζουν ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση και εφαρμογή των ρατσιστικών πολιτικών του ελληνικού κράτους, η εναντίωση στις οποίες, άλλωστε, ήταν και η βασική αιχμή της προγραμματιζόμενης τοπικής πορείας. Οι δυνάμεις αυτές έχουν όνομα. Είναι ο Σύριζα και η ΛΑΕ, που συγκυβέρνησαν με τους ΑΝΕΛ, ένα ακροδεξιό ρατσιστικό, σεξιστικό και αντισημιτικό κόμμα (ο Σύριζα μάλιστα σήμερα συγκυβερνά με αυτό το κόμμα για δεύτερη φορά), διαχειρίστηκαν με έναν πιο «κόσμιο τρόπο» τη βαρβαρότητα των στρατοπέδων συγκέντρωσης, χωρίς να αλλάξουν επί της ουσίας τίποτα στο γενικό περίγραμμά της, και συνέχισαν τον πόλεμο των συνόρων από εκεί που τον άφησε ο Σαμαράς και ο Δένδιας, υιοθετώντας το ίδιο κεντρικό μοτίβο: το ελληνικό κράτος, και τότε και τώρα, αφήνει τους μετανάστες να πεθαίνουν σωρηδόν στα σύνορα, στέλνει στρατιές μπάτσων αντί για γιατρούς ή έστω δημόσιους υπαλλήλους που θα διευκόλυναν π.χ. τις διαδικασίες καταγραφής των προσφύγων, και ταυτόχρονα ζητάει από τους ευρωπαίους συνεταίρους του χρήματα για να χρυσώσει τη μυρωδιά του θανάτου στο Αιγαίο. Η ΛΑΕ, δε, ακόμα και μετά την αποχώρηση των μελών της από τον Σύριζα και την κυβέρνησή του, περιέλαβε στα ψηφοδέλτιά της ρατσιστές πρώην πολιτευτές των ΑΝΕΛ, χωρίς κανένα ηθικό πρόβλημα. Από τη δική μας σκοπιά, το να συγκυβερνάς με φασισταριά και να τα ξεπλένεις στα ψηφοδέλτιά σου δε σηματοδοτεί μια απλή, οσοδήποτε σοβαρή, διαφορά πολιτικής απόχρωσης. Αποτελεί ξεκάθαρη τοποθέτηση στην απέναντι όχθη.

Το ζήτημα για μας δεν ήταν αν ο Σύριζα έφερε νέο μνημόνιο ή όχι, γιατί δεν ήταν στις προθέσεις μας να οργανώσουμε μια πορεία αντιμνημονιακή. Η πορεία στην οποία καλούσαμε ήταν μια αντιρατσιστική-αντιφασιστική πορεία. Μπορεί οι ηγεσίες του Σύριζα και της ΛΑΕ να θεωρούν ότι μπορούν και σήμερα να πατάνε άνετα τόσο στη βάρκα του εθνικισμού, ή ακόμα και του ρατσισμού, όσο και στη βάρκα του αντιφασισμού, αλλά η εκδοχή αντιφασισμού που εμείς θέλουμε να αναπτύξουμε δε χωράει την πολιτική ταμπέλα ούτε των μεν ούτε των δε. Κι αυτό ακριβώς ήταν ό,τι επιλέξαμε: όχι να κάνουμε face control στους προσερχόμενους στην πορεία, εξετάζοντας τις πολιτικές τους ταυτότητες, αλλά να μην συμπορευτούμε με συγκροτημένα μπλοκ των συγκεκριμένων πολιτικών δυνάμεων, επιτρέποντας στον Σύριζα και την ΛΑΕ να πάρουν εύσημα «αντιφασιστικής εγρήγορσης» στις δικές μας πλάτες. Δεν πρόκειται για κανενός είδους απαγόρευση. Πρόκειται για έναν διαχωρισμό που βασίζεται σε πολύ πραγματικές διαφορές: στο χάσμα που χωρίζει εκείνους που είχαν μέχρι χθες, και συνεχίζουν να έχουν σήμερα, την πολιτική ευθύνη για τη λειτουργία των στρατοπέδων συγκέντρωσης, αντιμετωπίζουν με ΜΑΤ τους μετανάστες στην Λέσβο, αφήνουν άθικτο τον φράχτη στον Έβρο, και υποδέχονται με ανοιχτές αγκάλες διάφορους, προσωρινά πολιτικά ορφανούς, ρατσιστές πολιτευτές, από εκείνες και εκείνους που αγωνίζονται ενάντια σε όλα τα παραπάνω.

Δε θέλουμε, όμως, και να υποτιμήσουμε το γεγονός ότι αυτή η επιλογή διαχωρισμού έγινε μάλλον με έναν τρόπο σπασμωδικό. Αφενός, και στο εσωτερικό μας η σχετική συζήτηση δεν ήταν όσο θα έπρεπε εξαντλητική. Ακόμα κι αν συμφωνούσαμε στο γενικό σκεπτικό, δε συμφωνούσαμε όλες και όλοι στον συγκεκριμένο τρόπο εφαρμογής του. Γενικότερα, επίσης, είναι γεγονός ότι μέχρι τώρα, στο ευρύτερο αντιφασιστικό κίνημα, πολύ σπάνια έχει γίνει ρητή κριτική στον Σύριζα και την ΛΑΕ για τη συγκυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ. Συνήθως, το ρεπερτόριο της κριτικής περιορίζεται στο ότι οι πολιτικές δυνάμεις αυτές αθέτησαν τις υποσχέσεις τους για κατάργηση των μνημονίων (στην περίπτωση του Σύριζα) ή ότι δεν έχουν τίποτα καλύτερο να αντιτάξουν στα μνημόνια (στην περίπτωση της ΛΑΕ). Το ότι συνυπήρξαν σε ανώτατο κυβερνητικό επίπεδο με τον Καμμένο, και ότι αυτό δεν είναι κάτι το δευτερεύον ή κάτι το αστείο, για ένα κράτος με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ελληνικού (στρατοκρατία, συσσωρευμένη εμπειρία στην καταστολή, επιθετικός εθνικισμός κ.ο.κ.), αυτό έχει περάσει σχεδόν απαρατήρητο. Έτσι, η τοποθέτησή μας έμοιαζε να είναι σύμπτωμα μιας εμμονής απομονωτισμού.

Αναγνωρίζουμε ότι η επιλογή μας, στις παρούσες συνθήκες, έπρεπε να συζητηθεί περισσότερο και πιο έγκαιρα. Μας είναι, ασφαλώς, δυσάρεστο το ότι συλλογικότητες με τις οποίες θέλουμε να συμπορευόμαστε, όπως η συνέλευση του Κοινωνικού Πολιτιστικού Κέντρου Βύρωνα και η Τοπική Επιτροπή Βύρωνα-Καισαριανής-Παγκρατίου της Ανταρσύα, αποφάσισαν να αναιρέσουν την αρχική τους απόφαση συμμετοχής στην πορεία, θεωρώντας ότι η επιλογή της ΑΠΒ, με την οποία συμφώνησαν και οι υπόλοιπες συλλογικότητες που τελικά συμμετείχαν στην πορεία (Συνέλευση Κατοίκων Βύρωνα Καισαριανής Παγκρατίου, Πρωτοβουλία Αναρχικών από τους πρόποδες του Υμηττού, Δια Μηδέν, Κατάληψη Ανάληψης), ήταν μια επιλογή πολιτικά αδόκιμη, αλλά και κάπως ολισθηρή, στο μέτρο που μπορεί να λειτουργήσει, τοπικά τουλάχιστον, ως ένα κακό προηγούμενο, πρόσφορο να αξιοποιηθεί στο μέλλον για αυθαίρετους αποκλεισμούς στη βάση πολιτικών ταυτοτήτων. Λαμβάνουμε υπόψη την κριτική των συγκεκριμένων συντρόφων, ακριβώς γιατί, αντί να επιδιώκουμε την αυτοεπιβεβαιώσή μας, θέλουμε να συμβάλουμε στην ανάπτυξη ενός πραγματικού κινήματος ενάντια στην κυρίαρχη βαρβαρότητα. 


Ένα τέτοιο κίνημα θα πρέπει να χωράει πολλές και διαφορετικές απόψεις. Θα χρειαστεί, πιθανότατα, να διαχειριστεί ακόμα και αντιθέσεις οι οποίες δεν είναι «συνθέσιμες», διαφωνίες που προσωρινά είναι αδύνατο να επιλυθούν. Σε κάθε περίπτωση, το πεδίο συντροφικής αμοιβαιότητας στο οποίο συνυπάρχουμε, όσες/οι έχουμε διαλέξει την όχθη του αγώνα, δεν πρέπει να αναιρείται. Γιατί το πιο κρίσιμο, αν είναι οι αρνήσεις μας να γίνουν μια συλλογική δύναμη ικανή να επιφέρει πραγματικές ρήξεις και αλλαγές, δεν είναι πόσο εύκολα θα επιτυγχάνονται οι συνθέσεις, αλλά πόσο ουσιαστικά και συντροφικά θα αντιμετωπίζονται οι διαφορές. Αυτό, όμως, για το οποίο δεν έχουμε την παραμικρή αμφιβολία είναι ότι ένα τέτοιο κίνημα δε θα προκύψει, ούτε από σπόντα, μέσα από φάρσες «ενότητας», σαν κι αυτές που είδαμε να στήνονται τα τελευταία χρόνια γύρω από το project «πρώτη-φορά-αριστερά», και τελικά είχαν ως αποτέλεσμα την εδραίωση ορισμένων αρκετά ανθεκτικών, καταπώς φαίνεται, εκδοχών εθνικής ενότητας και ταξικής υποταγής (στα ελληνικά αφεντικά).

Με βάση την κύρια στόχευσή μας, να συμβάλουμε στην ανάπτυξη και ενίσχυση ενός κινήματος ενάντια στον φασισμό και τις ρατσιστικές πολιτικές του ελληνικού κράτους, οι 3 μέρες συζήτησης και δράσης που οργανώσαμε ήταν για μας μια πολύ γόνιμη εμπειρία. Η εκδήλωση-συζήτηση που πραγματοποίησε η Συνέλευση Κατοίκων Βύρωνα Καισαριανής Παγκρατίου, με θέμα τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, στις 7 Νοέμβρη, καθώς και η απόφαση των συνελεύσεων της Κατάληψης Ανάληψης και του ΚΠΚΒ να οργανώσουν σε εβδομαδιαία βάση κουζίνες αλληλεγγύης στην κατάληψη στέγασης προσφύγων και μεταναστών Νοταρά 26, αποτελούν κρίκους που δένουν με τους δικούς μας, σε μια αλυσίδα δράσεων που πρέπει να επεκταθεί και να διαρκέσει.

Ο αντιφασιστικός αγώνας, το βλέπουμε πολύ καλά ήδη, θα είναι μακρόχρονος, γιατί στην ελληνική κοινωνία μέχρι τώρα ήταν μεγάλη η ανοχή που γνώρισε ο φασισμός, αν με αυτό βέβαια εννοούμε μια ολόκληρη και πολυπρόσωπη κοινωνική τάση και όχι μόνο τους μαχαιροβγάλτες της Χρυσής Αυγής.

 
Αντιφασιστική Πρωτοβουλία Βύρωνα
(Δεκέμβρης 2015)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου